Πάει ένας πελάτης στο εστιατόριο και έρχεται το γκαρσόνι.
- Τί θα πάρετε παρακαλώ; Σήμερα έχουμε...
- Ασε, μην μου πεις, λέει ο πελάτης.
Πιάνει την πετσέτα που έχει το γκαρσόνι στο χέρι του, την μυρίζει και λέει.
Α, γεμιστά έχετε. Φέρε μου μια μερίδα.
Την επομένη ξαναπάει ο ίδιος πελάτης.
Πιάνει πάλι την πετσέτα, την μυρίζει και λέει:
- Μμμ, μουσακάς, και πολύ πετυχημένος. Φέρε μου μια μερίδα.
Την τρίτη μέρα ξαναπάει ο πελάτης, τον βλέπει τον γκαρσόνι, και λέει στην μάνα του.
- Έχει έρθει ένας πελάτης που από την μυρωδιά στην πετσέτα καταλαβαίνει πάντα τι φαγητό έχουμε.
Δεν τον αντέχω! Τι να κάνω;
Πιάνει η μάνα την πετσέτα, την τρίβει στο κ*λπ* της και του την δίνει πίσω.
Πάει έξω το γκαρσόνι, αρπάζει ο πελάτης την πετσέτα, την μυρίζει και λέει:
- Καλά, βρε συ, είσαι ο γιος της Μαρίας;
- Τί θα πάρετε παρακαλώ; Σήμερα έχουμε...
- Ασε, μην μου πεις, λέει ο πελάτης.
Πιάνει την πετσέτα που έχει το γκαρσόνι στο χέρι του, την μυρίζει και λέει.
Α, γεμιστά έχετε. Φέρε μου μια μερίδα.
Την επομένη ξαναπάει ο ίδιος πελάτης.
Πιάνει πάλι την πετσέτα, την μυρίζει και λέει:
- Μμμ, μουσακάς, και πολύ πετυχημένος. Φέρε μου μια μερίδα.
Την τρίτη μέρα ξαναπάει ο πελάτης, τον βλέπει τον γκαρσόνι, και λέει στην μάνα του.
- Έχει έρθει ένας πελάτης που από την μυρωδιά στην πετσέτα καταλαβαίνει πάντα τι φαγητό έχουμε.
Δεν τον αντέχω! Τι να κάνω;
Πιάνει η μάνα την πετσέτα, την τρίβει στο κ*λπ* της και του την δίνει πίσω.
Πάει έξω το γκαρσόνι, αρπάζει ο πελάτης την πετσέτα, την μυρίζει και λέει:
- Καλά, βρε συ, είσαι ο γιος της Μαρίας;
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου