Ξημερώματα Τρίτης και ενώ το αντρόγυνο κοιμάται χτυπάει το κουδούνι.
Ξυπνάει ο άντρας, πηγαίνει στη πόρτα και βλέπει έναν άγνωστο
– Τι θες άνθρωπε μου τέτοια ώρα;
– Αν μπορείτε καλέ κύριε να κατέβετε να με σπρώξετε σας παρακαλώ;
Ξυπνάει ο άντρας, πηγαίνει στη πόρτα και βλέπει έναν άγνωστο
– Τι θες άνθρωπε μου τέτοια ώρα;
– Αν μπορείτε καλέ κύριε να κατέβετε να με σπρώξετε σας παρακαλώ;
– Είσαι με τα καλά σου βρε άνθρωπε μου;
Εγώ αύριο δουλεύω και θέλω να κοιμηθώ.
Αντε στην ευχή του Θεού μην έχουμε άλλα…
Πάει να κοιμηθεί και ξανά τα ίδια.
Του λέει λοιπόν η γυναίκα του:
– Βρε άντρα μου άντε να τον βοηθήσεις τον άνθρωπο.
Δεν θυμάσαι τότε που είχαμε πάθει το ίδι
και μας βοήθησε εκείνος ο καλός άνθρωπος αλλιώς ακόμα εκεί θα ήμασταν.
– Ναι βρε γυναίκα έχεις δίκιο.
Βάζει μια φόρμα, πάει κάτω στο δρόμο και δεν βλέπει τίποτα.
Βάζει μια φωνή λοιπόν:
– Κύριε, εσείς που θέλετε να σας σπρώξω, που στον διάολο είστε;
– Εδώ, εδώ πίσω στις κούνιες!
Εγώ αύριο δουλεύω και θέλω να κοιμηθώ.
Αντε στην ευχή του Θεού μην έχουμε άλλα…
Πάει να κοιμηθεί και ξανά τα ίδια.
Του λέει λοιπόν η γυναίκα του:
– Βρε άντρα μου άντε να τον βοηθήσεις τον άνθρωπο.
Δεν θυμάσαι τότε που είχαμε πάθει το ίδι
και μας βοήθησε εκείνος ο καλός άνθρωπος αλλιώς ακόμα εκεί θα ήμασταν.
– Ναι βρε γυναίκα έχεις δίκιο.
Βάζει μια φόρμα, πάει κάτω στο δρόμο και δεν βλέπει τίποτα.
Βάζει μια φωνή λοιπόν:
– Κύριε, εσείς που θέλετε να σας σπρώξω, που στον διάολο είστε;
– Εδώ, εδώ πίσω στις κούνιες!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου